Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

ποιος Υπουργός - κυνηγούσε τον Καρυωτάκη να το βουλώσει για τις καταχρήση των χρημάτων που είχαν συγκεντρωθεί για τους Έλληνες πρόσφυγες ;;;Μήπως και τώρα κάποιοι καταβροχθίζουν τα χρήματα των μεταναστών;;

Ο Καρυωτάκης, υπάλληλος του Υπουργείου Πρόνοιας, βρέθηκε στην Πρέβεζα λαμβάνοντας μια ακόμη δυσμενή μετάθεση λόγω των συγκρούσεών του με τον τότε Υπουργό Πρόνοιας, Μιχαήλ Κύρκο (πατέρα του Λεωνίδα με την φυσαρμόνικα), υπεύθυνο για τη διαχείριση των χρημάτων που προορίζονταν για την αποκατάσταση των προσφύγων. 




Ο ποιητής, ευσυνείδητος υπάλληλος, αλλά και ενεργός συνδικαλιστής, γνώριζε τις παρατυπίες και τη σκανδαλώδη δράση των στελεχών του υπουργείου, και δε δίσταζε να υποβάλει σχετικές αναφορές διαμαρτυρόμενος για όσα συνέβαιναν στο Υπουργείο. Η στάση του αυτή και η άρνησή του να αποδεχτεί τις παρανομίες των άλλων υπαλλήλων και στελεχών, τον κατέστησαν ανεπιθύμητο στα μάτια του Υπουργού, ο οποίος όχι μόνο δεν του απέδωσε τις προαγωγές που αντιστοιχούσαν στα προσόντα του, αλλά και τον μετέθετε διαρκώς, με σκοπό να εκμηδενίσει τη διάθεση του ποιητή για περαιτέρω αντίδραση απέναντι στις σκανδαλώδεις ενέργειες του ίδιου του Υπουργού, αλλά και των συνεργατών του.


Τάσος Ψαράς: Μύθοι και αλήθειες για τον Κώστα Καρυωτάκη
Τι άνθρωπος ήταν στ' αλήθεια ο Καρυωτάκης; Πώς θα τον περιγράφατε;
Τ. Ψ.:
Ηταν ευαίσθητος, άνθρωπος με κοινωνική συνείδηση, βεβαίως ελιτίστας στο πνεύμα, μελετηρός, με σφαιρική γνώση, οξυδερκής, ένας ποιητής που ερμήνευσε την εποχή του και είχε το θάρρος να γράφει τις απόψεις του. Ηταν από τους πρώτους εισηγητές της μοντέρνας ποίησης στην Ελλάδα και άνοιξε δρόμους για τη μετέπειτα γενιά του '30. Είχε, επίσης, μια χιουμοριστική πλευρά, έκανε φάρσες, έβγαλε σατιρική εφημερίδα κι έγραψε επιθεωρήσεις. Τα συμπεριλαμβάνω στο σενάριο όλο αυτά.
Στα ποιήματα και στα πεζά του στηλίτευσε συχνά την εξουσία. Αυτός δεν ήταν ο λόγος που υπέστη διώξεις από τους προϊσταμένους του στη δημόσια διοίκηση;
Τ. Ψ.: Ήταν ένας μαχόμενος άνθρωπος. Υπήρξε συνδικαλιστής, εκλέχτηκε γενικός Γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών, δεν συνδιαλέχτηκε με την κεντρική εξουσία, γι' αυτό και μετατέθηκε στην Πάτρα και τέλος στην Πρέβεζα, όπου αυτοκτόνησε το 1928. Διώκτης του θεωρείται ότι ήταν ο Μιχαήλ Κύρκος, υπουργός Υγιεινής και Πρόνοιας στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη. Μπορεί να είχε παραπληροφορηθεί, δεν μπορώ να το ξέρω, αυτός πάντως υπέγραψε ποινές, στερήσεις μισθών και άδικες μεταθέσεις του ποιητή. Όταν ο Καρυωτάκης γράφει το «Ανάγκη Χρηστότητας: Το δημοσιοϋπαλληλικό ζήτημα», ένα κείμενο που θα το ζήλευε σήμερα η ΑΔΕΔΥ, φυσικά ενοχλεί, συγκρούεται με το κατεστημένο και διώκεται εξοντωτικά. Ζήτησα πριν από χρόνια από τον κ. Λεωνίδα Κύρκο αν έχει στοιχεία περί του αντιθέτου να μου τα δώσει, είπε θα ψάξει, δεν μου έδωσε τίποτε. Εν πάση περιπτώσει, ο ίδιος ο Μ.Κύρκος στη συνέχεια διαγράφει μια ιδιαίτερα προοδευτική και αγωνιστική διαδρομή, υφίσταται διώξεις και ταλαιπωρίες. Τότε όμως ήταν ο υπουργός.
Πιστεύετε ότι (ο Καρυωτάκης) ήταν φιλοαριστερός;
Τ. Ψ.:
Παρ' όλο που προερχόταν από μια συντηρητική, φιλοβασιλική οικογένεια που ανήκε στο Λαϊκό Κόμμα και γαλουχήθηκε με αυτές τις αρχές, ανέπτυξε μια έμμεση σχέση με την Αριστερά, επηρεάστηκε από τον Ιωσήφ Ραφτόπουλο και στη συνέχεια από τον Πέτρο Πικρό, αλλά η προσωπικότητά του ήταν τέτοια που δεν του επέτρεπε να ενταχθεί σε ένα κόμμα. Είχε έντονα κριτική ματιά, υποστήριζε πάντα προοδευτικές απόψεις και ήταν πολύ ευαίσθητος απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα. Πολλά κείμενα του Καρυωτάκη ήταν πολιτικά ρεπορτάζ. Το ποίημά του «Στο Άγαλμα της Ελευθερίας που φωτίζει τον κόσμο» είναι βαθιά πολιτικό, σαν να γράφτηκε σήμερα. Και στο πεζό του «Κάθαρσις» ο Καρυωτάκης, που δεν έγραφε τίποτε τυχαία, χρησιμοποιεί τους όρους «Ο κύριος Άλφα», «ο Βήτα», «ο Γάμα» για να καταλήξει στον «Δέλτα», μιλώντας για «ληστεία υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς, μέσα σε πολυτελή γραφεία». Ο Καρυωτάκης, που είχε διατελέσει υπάλληλος στο υπουργείο Πρόνοιας για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικράς Ασίας, είχε δει πολλά. Στον Αυτόνομο Οργανισμό Αποκατάστασης Προσφύγων, όταν ιδρύθηκε, μετείχαν ένας αμερικανός, ένας εκπρόσωπος της Κοινωνίας των Εθνών και δύο έλληνες, ο Περικλής Αργυρόπουλος και ο Στέφανος Δέλτας (σύζυγος Πηνελόπης Δέλτα προγιαγιάς Αντ Σαμαρά) (βλέπε Γ.Δάλκου «Κωνσταντίνος Γεωργίου Καρυωτάκης»). Ο συσχετισμός είναι εμφανής. Ο Αλέξης Ζήρας στα «Μικροφιλολογικά» διατυπώνει την αντίρρησή του, αλλά δεν μπορώ να φαντασθώ ότι ο Καρυωτάκης χρησιμοποίησε τυχαία το αλφάβητο για να αριθμήσει τα παραδείγματά του σε ένα κείμενο που είναι άμεσα πολιτικό.



Ο Καρυωτάκης, όπως αυτό καταγράφεται στο ποίημά του «Κάθαρσις», γνώριζε πολύ καλά τι θα έπρεπε να κάνει και πώς θα έπρεπε να φερθεί προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη των στελεχών του Υπουργείου, ώστε να καταφέρει να μπει κι ο ίδιος στις κλειστές ομάδες, που καταχρόνταν μεγάλα οικονομικά ποσά. Η πορεία που περιγράφει ο ποιητής αποδίδει την ηθική κατάπτωση και τη διαφθορά που επικρατούσε και επικρατεί σε υπουργεία και τμήματα του κρατικού μηχανισμού.
Δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του ποιητή στα Ευρισκόμενα.
Βέβαια. Έπρεπε να σκύψω μπροστά στον ένα και, χαϊδεύοντας ηδονικά το μαύρο σεβιότ - παφ, παφ, παφ, παφ -, «έχετε λίγη σκόνη» να είπω «κύριε Aλφα».
Ύστερα έπρεπε να περιμένω στη γωνιά, κι όταν αντίκριζα την κοιλιά του άλλου, αφού θα 'χα επί τόσα χρόνια παρακολουθήσει τα αισθήματα και το σφυγμό της, να σκύψω άλλη μια φορά και να ψιθυρίσω εμπιστευτικά: «Ωχ, αυτός ο Άλφα, κύριε Βήτα...»
Έπρεπε πίσω από τα γυαλιά του Γάμμα, να καραδοκώ την ιλαρή ματιά του. Αν μου την εχάριζε, να ξεδιπλώσω το καλύτερο χαμόγελό μου και να τη δεχθώ όπως σε μανδύα ιππότου ένα βασιλικό βρέφος. Αν όμως αργούσε, να σκύψω για τρίτη φορά γεμάτος συντριβή και ν' αρθρώσω: «Δούλος σας, κύριε μου».
Αλλά πρώτα πρώτα έπρεπε να μείνω στη σπείρα του Δέλτα. Εκεί η ληστεία γινόταν υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς, μέσα σε πολυτελή γραφεία. Στην αρχή δεν θα υπήρχα. Κρυμμένος πίσω από τον κοντόπαχο τμηματάρχη μου, θα οσφραινόμουν. Θα είχα τρόπους λεπτούς, αέρινους. Θα εμάθαινα τη συνθηματική τους γλώσσα. Η ψαύσις του αριστερού μέρους της χωρίστρας θα εσήμαινε: «πεντακόσιες χιλιάδες». Ένα επίμονο τίναγμα της στάχτης του πούρου θα έλεγε: «σύμφωνος». Θα εκέρδιζα την εμπιστοσύνη όλων. Και, μια μέρα, ακουμπώντας στο κρύσταλλο του τραπεζιού μου, θα έγραφα εγώ την απάντηση: «Ο αυτόνομος οργανισμός μας, κύριε Εισαγγελεύ...»
Έπρεπε να σκύψω, να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Έτσι βολικά κουλουριασμένος, να κυλώ και να φθάσω.
Κανάγιες!
Το ψωμί της εξορίας με τρέφει. Κουρούνες χτυπούν τα τζάμια της κάμαρας μου. Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει.
Σήμερα επήρα τα κλειδιά κι ανέβηκα στο ενετικό φρούριο. Επέρασα τρεις πόρτες, τρία πανύψηλα, κιτρινωπά τείχη, με ριγμένες επάλξεις. Όταν βρέθηκα μέσα στον εσωτερικό, τρίτο κύκλο, έχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας από τις πολεμίστριες, χαμηλά, τη θάλασσα, την πεδιάδα, τα βουνά, ένιωθα τον εαυτό μου ασφαλή. Εμπήκα σ' ερειπωμένους στρατώνες, σε κρύπτες όπου είχαν φυτρώσει συκιές και ροδιές. Εφώναζα στην ερημία. Επερπάτησα ολόκληρες ώρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ήβρε η νύχτα...

- σεβιότ: (αγγλ. cheviot) ύφασμα από μαλλί ομώνυμων προβάτων που τρέφονται στα Cheviot Hills, στα σύνορα Αγγλίας και Σκοτίας. (πάνω)

- ενετικό φρούριο: το κάστρο της Πρέβεζας (πάνω)
- αυτόνομος οργανισμός: ίσως ο Καρυωτάκης υπαινίσσεται τον Αυτόνομο Οργανισμό Αποκαταστάσεως Προσφύγων, που μετονομάστηκε σε Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (πάνω)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου