Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

0 «Επερίμενα πολλές τιμές, αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου».

«Επερίμενα πολλές τιμές, αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου». 
 
 
 Είναι τα λόγια που ψέλλισε λίγο πριν ξεψυχήσει, για να περάσει στην αιωνιότητα και την ιστορική μνήμη, ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης στο ύψωμα του Δρίσκου στις 28 Νοεμβρίου του 1912 μαχόμενος εναντίων των Τούρκων για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

Γεννήθηκε στην Ιθάκη από ισπανό πατέρα, τον Παύλο Μαβίλη, και μητέρα την Ιωάννα Σούφη, ανιψιά του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια. Σε ηλικία 13 ετών ξεκινά τις σπουδές του στην Κέρκυρα στο εκπαιδευτήριο «Καποδίστριας». Μετά το τέλος των γυμνασιακών σπουδών στο νησί, φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στα Πανεπιστήμια Μονάχου και Φράιμπουργκ όπου παρακολούθησε μαθήματα κλασικής φιλολογίας, αρχαιολογίας και σανσκριτικών, ενώ μελέτησε τους φιλοσόφους Καντ, Φίχτε και Σοπενχάουερ. Το 1890 ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ Φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο του Ερλάνγκεν.

Υπήρξε μανιώδης παίκτης σκακιού και το 1890 κέρδισε τον τίτλο του Πρωταθλητή Βαυαρίας.

Υπήρξε ποιητής του σονέτου και θεωρείται σπουδαίος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής με επιρροές από τον Διονύσιο Σολωμό.

Το 1910 εκλέγεται Βουλευτής Κέρκυρας στη Β' Αναθεωρητική Βουλή με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου. Υπερασπίστηκε τη δημοτική γλώσσα, με τη γνωστή ρήση όταν προέκυψε το γλωσσικό ζήτημα, «χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν».

Ο πατριώτης Λορέντζος Μαβίλης:
Πολέμησε το 1896 στα Λευκά Όρη, ως εθελοντής στην επανάσταση της Κρήτης.
Την επόμενη χρονιά, με δικά του έξοδα συγκρότησε ένα σώμα από 70 Κερκυραίους και πολέμησαν στην φονική μάχη των Πέντε Πηγαδιών στην Ήπειρο, όπου τραυματίστηκε στο χέρι.
Το 1912 ο ποιητής ζήτησε να καταταγεί στο ελληνικό στρατό, αλλά λόγω ηλικίας δεν έγινε δεκτός και τότε στρατεύτηκε με του Γαριβαλδινούς, στον αγώνα για την απελευθέρωση της Ηπείρου.
Οι ιστορικοί αναφέρουν πως, οι σφαίρες έπεφταν «σαν χαλάζι εκείνη μέρα» 28 Νοεμβρίου 1912 στο Δρίσκο. Το τουρκικό βόλι τον βρίσκει στο πρόσωπο. Το δεύτερο στο στόμα. Αιμόφυρτος διακομίζεται στο προσωρινό Στρατιωτικό Νοσοκομείο που λειτουργεί στο ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής, ζητά μολύβι και χαρτί. Ήθελε κάτι να γράψει, όμως ο θάνατος τον πήρε.

Στην Αγία Παρασκευή θάφτηκε η σoρός του. Tο 1933 μεταφέρθηκαν τα οστά του στο μνημείο που στήθηκε στο μοιραίο ύψωμα που υπερασπίστηκε.Το 1967, ένας κεραυνός καταστρέφει το μνημείο στο Δρίσκο και διασκορπίζονται τα οστά του ήρωα. Η κυρά-Στάθη, γριούλα από το χωριό Βασιλική, περιμαζεύει τα οστά που τοποθετούνται σε οστεοφυλάκιο και η Πολιτεία φτιάχνει ένα καινούργιο μνημείο στην ίδια θέση.
Μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων η αδελφή του ποιητή δωρίζει το ξίφος και τη στολή του στο Δήμο Ιωαννιτών, ο οποίος ανήγειρε την προτομή του στην ομώνυμη πλατεία στην άκρη του Μώλου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου