Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου,
…Ὑποψήφιος πολιτευτής. Ἄ, τὸν εἴδατε; Θέλει νὰ καταλάβῃ κάποιο
ἀξίωμα στὴν πατρίδα μας. Θὰ τὸν δῆτε ἐπάνω στὰ μπαλκόνια τὶς παραμονὲς τῶν
ἐκλογῶν. Θὰ τὸν δῆτε νὰ παρουσιάζεται ἀπὸ τὰς ἐφημερίδας καὶ νὰ ὑπόσχεται
καὶ νὰ λέγῃ ὅλο «θά»· ἐὰν καθήσετε ἀπὸ κάτω, θ᾿ ἀκούσετε ὅλο «θά». Θὰ κάνω τοῦτο,
θὰ κάνω ἐκεῖνο, θὰ μεταβάλω σὲ παράδεισο τὴν γῆ τῆς Ἑλλάδος… Καὶ μετά, ὅταν μὲ
αὐτὲς τὶς ὑποσχέσεις κατορθώσῃ νὰ καταλάβῃ τὴν θέσι καὶ ἀνέβῃ στὰ ὕψιστα ἀξιώματα,
τότε ὅλα αὐτὰ τὰ «θὰ» θὰ τὰ λησμονήσῃ· τὰ γράφει στὰ παλιά του τὰ παπούτσια· καὶ
ὁ κόσμος μάταια θὰ περιμένῃ ἀπ᾽ αὐτὸν νὰ πραγματοποίησι τὶς ὑποσχέσεις του.
Σχολὴ τοῦ διαβόλου ἡ διπλωματία
Ὑπάρχει λοιπὸν ὁ πονηρὸς ὁ πονηρότατος βουλευτής. Ἀλλ᾿
ἐὰν θέλετε, ἀδελφοί μου, νὰ δῆτε τὴν πονηρία εἰς τὸ ὕψος της, εἰς τὴν μεγαλοπρέπειά
της, εἰς τὸ ζενίθ, ἢ μᾶλλον εἰς τὸ ναδὶρ τῆς ἀνθρωπίνης κακίας, θὰ τὴν δῆτε σὲ ἕνα
ἐπάγγελμα. Κατηραμένο νά ᾿νε, εἰς αἰώνας αἰώνων.
Ὑπάρχουν πονηροὶ ὑποψήφιοι γαμπροί, ὑπάρχουν πονηρὲς ὑποψήφιες νύφες, ὑπάρχουν πονηροὶ ὑποψήφιοι βουλευταὶ καὶ δήμαρχοι. Ἀλλὰ ἐκεῖνο προπαντὸς τὸ ἐπάγγελμα ποὺ ὅπως εἶπα ἐνσαρκώνει εἰς τὸν μεγαλύτερο βαθμὸ τὴν πονηριά, εἶνε ἡ διπλωματία, ἡ δαιμονικὴ ἐκείνη τέχνη, ποὺ στοίχισε εἰς τὴν ἀνθρωπότητα ποταμοὺς αἱμάτων καὶ πυραμίδες ἀνθρωπίνων ὀστέων. Τὸ ἐπάγγελμα αὐτὸ θὰ πρέπῃ νὰ ἐξαλειφθῇ.
Ἡ διπλωματία δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ σχολὴ τοῦ διαβόλου, στὴν ὁποίαν οἱ ἄνθρωποι μαθαίνουν νὰ κρύβουν τὰ καταχθόνια σχέδιά τους στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους.
Ὑπάρχουν πονηροὶ ὑποψήφιοι γαμπροί, ὑπάρχουν πονηρὲς ὑποψήφιες νύφες, ὑπάρχουν πονηροὶ ὑποψήφιοι βουλευταὶ καὶ δήμαρχοι. Ἀλλὰ ἐκεῖνο προπαντὸς τὸ ἐπάγγελμα ποὺ ὅπως εἶπα ἐνσαρκώνει εἰς τὸν μεγαλύτερο βαθμὸ τὴν πονηριά, εἶνε ἡ διπλωματία, ἡ δαιμονικὴ ἐκείνη τέχνη, ποὺ στοίχισε εἰς τὴν ἀνθρωπότητα ποταμοὺς αἱμάτων καὶ πυραμίδες ἀνθρωπίνων ὀστέων. Τὸ ἐπάγγελμα αὐτὸ θὰ πρέπῃ νὰ ἐξαλειφθῇ.
Ἡ διπλωματία δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ σχολὴ τοῦ διαβόλου, στὴν ὁποίαν οἱ ἄνθρωποι μαθαίνουν νὰ κρύβουν τὰ καταχθόνια σχέδιά τους στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους.
Ἐπάνω στὴν ἐπιφάνεια, ἂν τοὺς πλησιάσῃς τοὺς
πρεσβευτὰς τῆς Ῥωσίας, τῆς Ἀγγλίας, τῆς Ἀμερικῆς, τῶν μεγάλων ἐθνῶν, τοὺς
βλέπεις εὐγενέστατους μὲ ὅλη τὴν ἐμφάνισί τους. Ἀλλὰ προτιμῶ νὰ φιλήσω τὰ πόδια
ἑνὸς τσομπάνου τοῦ χωριοῦ μου, ποὺ βόσκει τὰ πρόβατά του καὶ τὸ ναὶ ποὺ λέει εἶνε
ναὶ καὶ τὸ ὄχι ὄχι, παρὰ νὰ πλησιάσῃς αὐτὰ τὰ μεγάλα θηρία, τοὺς διπλωμάτες καὶ
πρεσβευτάς, οἱ ὁποῖοι ἐμπαίζουν τὰ μικρὰ κράτη καὶ ἀπὸ τὸ ὕψος τῆς θέσεώς των, ἔχουν
ἀναγάγει τὸ ψεῦδος σὲ ἐπιστήμη. Καὶ ὅποιος μπορέσῃ μὲ περισσότερα ψεύδη καὶ
κοπλιμέντα τυλίει τὸν ἄλλον μέσ᾿ στὰ δίχτυα τῆς αἰσχρᾶς διπλωματίας, ἡ ὁποία εἶνε
ἡ πηγὴ τοῦ κακοῦ μέσα στὴν ἀνθρωπότητα.
Διπλωμάται λοιπὸν ἴσον πονηροί, πονηρότατοι. Διπλωμάται ἴσον ὄργανα τοῦ διαβόλου. Διπλωμάται ἴσον ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι κατορθώνουν νὰ ἀπατοῦν καὶ νὰ ἐξαπατοῦν τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα ἔθνη.
Διπλωμάται λοιπὸν ἴσον πονηροί, πονηρότατοι. Διπλωμάται ἴσον ὄργανα τοῦ διαβόλου. Διπλωμάται ἴσον ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι κατορθώνουν νὰ ἀπατοῦν καὶ νὰ ἐξαπατοῦν τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα ἔθνη.
Τὰ βλέπω, ἀδελφοί μου
―Ναί, καλὰ αὐτά, θὰ πῇς, πάτερ μου. Ἀλλὰ ἐμεῖς εἴμεθα
ρεαλιστές, ἐμεῖς εἴμεθα πραγματιστές. Ἐμεῖς δὲν ζοῦμε στὰ ὄνειρα· ἐμεῖς
βλέπουμε τὴν πραγματικότητα. Τί νὰ τὴν κάνω τὴν ἀρετή; τί νὰ τὴν κάνω τὴν
τιμιότητα; τί νὰ τὸ κάνω νὰ εἶνε κανεὶς εὐσεβὴς καὶ νὰ πηγαίνῃ στὴν ἐκκλησία καὶ
ν᾿ ἀνάβῃ τὸ κερί του καὶ νὰ πιστεύῃ εἰς τὸ Χριστό, τὴν ὥρα κατὰ τὴν ὁποία
βλέπομε τὸ κακὸ νὰ στεφανώνεται εἰς τὸν κόσμον; Δὲν βλέπεις, σοῦ λέγει, δὲν
βλέπεις; Βλέπεις ἐκεῖνον τὸν νέον τὸν ἀλήτη, ποὺ περιφέρεται μέσα στὰ σοκάκια
τοῦ Κολωνακίου; Δὲν τὸν βλέπεις αὐτὸν ὅτι παντρεύτηκε καὶ πῆρε τὴν πλουσιώτερη
κόρη τῆς πόλεώς μας; Καὶ δὲν βλέπεις ἐκείνη τὴν ἄλλη τὴν ξετσίπωτη, τὴν ἀνδροχωρίστρα,
μὲ τὰ νύχια της τὰ βαμμένα, ἡ ὁποία ποτέ της δὲν γνώρισε ἀρετὴ καὶ ποτέ της δὲν
ἔπιασε στὰ χέρια πιάτο γιὰ νὰ τὸ πλύνῃ καὶ σκούπα γιὰ νὰ σκουπίσῃ τὸ σπίτι· δὲν
τὴ βλέπεις αὐτὴ πῶς κατώρθωσε, νὰ πάρῃ τὸν καλύτερο ἄντρα τῆς πόλεώς μας; Καὶ δὲν
βλέπεις τὸν ἄλλο, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε ἕνας μικρὸς στὸ χωριό του καὶ τώρα ἔχει, μὲ
τὶς ἀπάτες καὶ τὶς ἀδικίες, μὲ τὶς κλοπὲς καὶ τὶς πλαστογραφίες καὶ μὲ τὶς
φοροδιαφυγὲς καὶ μ᾽ ὅλα τὰ μέσα τὰ ἄτιμα, δὲν βλέπεις ὅτι ἔχει κατάστημα μέσα εἰς
στὸ κέντρο τῆς ὁδοῦ Αἰόλου καὶ τῆς ὁδοῦ Ἑρμοῦ; Δὲν βλέπεις τὸν ἄλλο ἐκεῖνο ποὺ
μὲ τὰ ψεύδη καὶ τὶς ἀπάτες κατώρθωσε νὰ ἀνέβῃ στὰ ὕψιστα ἐκκλησιαστικὰ ἢ
πολιτικὰ ἀξιώματα; Δὲν τὰ βλέπεις ὅλα αὐτά;
Τὰ βλέπω, τὰ βλέπω, ἀδελφοί μου. Ἀλλὰ «μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω» (Ἰωάν. 14,27). Προσέξτε. Ὤ λόγια τοῦ Παύλου, ὤ λόγια τῆς Γραφῆς! Προσέξατε· οὔτε ἕνα γιῶτα δὲν θὰ διαψευσθῇ. ―ὅλα ἔχουν τὴν ἐφαρμογή τους―, οὔτε μιὰ τελεία δὲν θὰ ἐκπέσῃ (Ματθ. 5,18). Τί λέγει; Γιά προσέξτε. Θὰ προκόψουν, ἀλλὰ πῶς; «ἐπὶ τὸ χεῖρον» (Β΄ Τιμ. 3,13). Θὰ προκόψουν ―δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία―, θὰ παρουσιάσουν κάποια πρόοδο. Ἀλλ᾿ αὐτὴ ἡ πρόοδος ἔχει καὶ ἄλλη ὄψι. Νὰ μὴ δῇς μόνο τὴν πρόοδό τους τὴν κοσμική, ἀλλὰ νὰ γυρίσῃς νὰ δῇς καὶ τὴν ἄλλη ὄψι. Ὅπως τὸ φύλλο, ὅπως τὸ ὕφασμα ἔχει δυὸ ὄψεις, κατὰ παρόμοιον τρόπον πρέπει νὰ δῇς ὅτι καὶ πίσω ἀπὸ τὴν πονηρία ὑπάρχει καὶ κάποια ἄλλη ἐπιφάνεια. Ποιά ἐπιφάνεια; Δὲν βλέπεις, δὲν ξέρεις, δὲν ἀκοῦς; Ὅτι ἐκεῖνο ποὺ λέγανε οἱ ἀρχαῖοι; «Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε».
Τὰ βλέπω, τὰ βλέπω, ἀδελφοί μου. Ἀλλὰ «μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω» (Ἰωάν. 14,27). Προσέξτε. Ὤ λόγια τοῦ Παύλου, ὤ λόγια τῆς Γραφῆς! Προσέξατε· οὔτε ἕνα γιῶτα δὲν θὰ διαψευσθῇ. ―ὅλα ἔχουν τὴν ἐφαρμογή τους―, οὔτε μιὰ τελεία δὲν θὰ ἐκπέσῃ (Ματθ. 5,18). Τί λέγει; Γιά προσέξτε. Θὰ προκόψουν, ἀλλὰ πῶς; «ἐπὶ τὸ χεῖρον» (Β΄ Τιμ. 3,13). Θὰ προκόψουν ―δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία―, θὰ παρουσιάσουν κάποια πρόοδο. Ἀλλ᾿ αὐτὴ ἡ πρόοδος ἔχει καὶ ἄλλη ὄψι. Νὰ μὴ δῇς μόνο τὴν πρόοδό τους τὴν κοσμική, ἀλλὰ νὰ γυρίσῃς νὰ δῇς καὶ τὴν ἄλλη ὄψι. Ὅπως τὸ φύλλο, ὅπως τὸ ὕφασμα ἔχει δυὸ ὄψεις, κατὰ παρόμοιον τρόπον πρέπει νὰ δῇς ὅτι καὶ πίσω ἀπὸ τὴν πονηρία ὑπάρχει καὶ κάποια ἄλλη ἐπιφάνεια. Ποιά ἐπιφάνεια; Δὲν βλέπεις, δὲν ξέρεις, δὲν ἀκοῦς; Ὅτι ἐκεῖνο ποὺ λέγανε οἱ ἀρχαῖοι; «Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε».
«Οἱ πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται»
Ἄσ᾿ τονε, ἄσ᾿ τονε. Τὸν βλέπεις τώρα νὰ προοδεύῃ. Ἐκεῖ
ποὺ βλέπεις τὸν οὐρανὸ καὶ εἶνε πεντακάθαρος, ξαφνικὰ παρουσιάζεται ὁ κεραυνός.
Δὲν βλέπεις; ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι φαίνονται τώρα νὰ προοδεύουν, θὰ ἔρθῃ μιὰ
στιγμὴ ποὺ θὰ πέσῃ ἐπάνω τους ὁ κεραυνός. Ναί, θὰ ἔρθῃ ἡ ὥρα κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ
τιμωρηθοῦν καὶ αὐτοί.
Ἤτανε γλυκὰ τὰ χρήματα ὅταν στὰ χέρια του ὁ Ἰούδας ἔπαιρνε τὰ τριάκοντα ἀργύρια καὶ τὰ μετροῦσε καὶ τὰ ξαναμετροῦσε καὶ τὰ χάιδευε. Ὅταν ἔπαιρνε τὰ χρήματα αὐτά, εἶχε χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν. Ἀλλὰ δὲς τὸ τέλος του. Ἐκρεμάστηκε ἀπὸ ἕνα κλαδὶ συκιᾶς.
Δὲν βλέπεις τὸν Κάϊν; Εὐχαριστοῦνταν τὴν ὥρα ποὺ ἔβλεπε κάτω τὸν ἀδελφό του νὰ σπαρταράῃ. Ἀλλὰ ἐντὸς ὀλίγου ὅμως αὐτὸς ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε· Κάϊν, «στένων καὶ τρέμων ἔσῃ ἐπὶ τῆς γῆς» (Γέν. 4,12). Ὅπως τὸ φύλλο σείεται ἐπάνω εἰς τὸ δένδρο, ὅταν φυσάει ὁ ἄνεμος ἔτσι καὶ αὐτὸς ἐσείετο μέσα εἰς τὸν κόσμον.
Δὲν βλέπεις αὐτοὺς τοὺς ἄλλους οἱ ὁποῖοι καυχῶνται καὶ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὴ δημοκρατία τους, καὶ ἔρχεται κατόπιν ἡ στιγμὴ ποὺ εἶνε αὐτοὶ οἱ μεγαλοὶ δικτάτορες;
Ποῦ εἶνε αὐτοὶ οἱ μεγάλοι στρατηγοί, οἱ ὁποῖοι πατήσανε ἐπάνω σὲ πτώματα καὶ ἀνῆλθαν εἰς τὰ ὕπατα ἀξιώματα;
Ποῦ εἶνε ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι μὲ τὶς πονηρίες καὶ ἀπάτες κ.λπ. ἔγιναν μεγάλοι καὶ τρανοί; «Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε». Εἶνε γεγονός, σᾶς τὸ δίνω γραμμένο, ὅτι ἡ πρόοδος αὐτῶν εἶνε φαινομενική. Εἶνε πρόοδος «ἐπὶ τὸ χεῖρον», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος, καὶ ὄχι ἐπὶ τὸ βέλτιον. «Οἱ πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται» (Ψαλμ. 36,9). Δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Ἤτανε γλυκὰ τὰ χρήματα ὅταν στὰ χέρια του ὁ Ἰούδας ἔπαιρνε τὰ τριάκοντα ἀργύρια καὶ τὰ μετροῦσε καὶ τὰ ξαναμετροῦσε καὶ τὰ χάιδευε. Ὅταν ἔπαιρνε τὰ χρήματα αὐτά, εἶχε χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν. Ἀλλὰ δὲς τὸ τέλος του. Ἐκρεμάστηκε ἀπὸ ἕνα κλαδὶ συκιᾶς.
Δὲν βλέπεις τὸν Κάϊν; Εὐχαριστοῦνταν τὴν ὥρα ποὺ ἔβλεπε κάτω τὸν ἀδελφό του νὰ σπαρταράῃ. Ἀλλὰ ἐντὸς ὀλίγου ὅμως αὐτὸς ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε· Κάϊν, «στένων καὶ τρέμων ἔσῃ ἐπὶ τῆς γῆς» (Γέν. 4,12). Ὅπως τὸ φύλλο σείεται ἐπάνω εἰς τὸ δένδρο, ὅταν φυσάει ὁ ἄνεμος ἔτσι καὶ αὐτὸς ἐσείετο μέσα εἰς τὸν κόσμον.
Δὲν βλέπεις αὐτοὺς τοὺς ἄλλους οἱ ὁποῖοι καυχῶνται καὶ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὴ δημοκρατία τους, καὶ ἔρχεται κατόπιν ἡ στιγμὴ ποὺ εἶνε αὐτοὶ οἱ μεγαλοὶ δικτάτορες;
Ποῦ εἶνε αὐτοὶ οἱ μεγάλοι στρατηγοί, οἱ ὁποῖοι πατήσανε ἐπάνω σὲ πτώματα καὶ ἀνῆλθαν εἰς τὰ ὕπατα ἀξιώματα;
Ποῦ εἶνε ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι μὲ τὶς πονηρίες καὶ ἀπάτες κ.λπ. ἔγιναν μεγάλοι καὶ τρανοί; «Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε». Εἶνε γεγονός, σᾶς τὸ δίνω γραμμένο, ὅτι ἡ πρόοδος αὐτῶν εἶνε φαινομενική. Εἶνε πρόοδος «ἐπὶ τὸ χεῖρον», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος, καὶ ὄχι ἐπὶ τὸ βέλτιον. «Οἱ πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται» (Ψαλμ. 36,9). Δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Διαβάστε τὴν ἱστορία
Διαβάστε τὴν ἱερὰ ἱστορία, διαβάστε τὴν παγκόσμιο ἱστορία,
ῥίψατε κ᾿ ἕνα βλέμμα μέσα εἰς τὴν κοινωνία. Ἔχετε ὑπομονὴ στὸν κόσμο τοῦτο καὶ
θὰ δῆτε· Τὸ τέλος τῶν πονηρῶν εἶνε ἄθλιο. Εἶνε τέλος Ἰούδα, εἶνε τέλος Κάϊν, εἶνε
τέλος ὅλων τῶν προδοτῶν καὶ ὅλων τῶν κακοποιῶν στοιχείων. Ὄχι, ἀδελφοί! καὶ ἂν ἀκόμα
ὁ διάβολος, μᾶς στρώσῃ τὴν γῆν μὲ χρυσάφι, καὶ νὰ μᾶς δώσῃ ὁλόκληρη τὴ γῆ, ὄχι
ποτέ, ποτέ ἐμεῖς νὰ μὴ συνθηκολογήσουμε μὲ τὸν διάβολο. Νὰ μείνουμε σταθεροί, ἀκλόνητοι.
«Στῶμεν καλῶς». Ἐσύ, κοπέλλα μου, μὴ βλέπεις τὴν ξετσίπωτη γυναῖκα. Κ᾿ ἐσύ, νέε
μου, μὴ βλέπεις τὸν ἀλήτη ὁ ὁποῖος προοδεύει. Κ᾿ ἐσὺ ὁ ἄλλος, ὁ ἐργατικός, μὴ
βλέπεις τὸν ἄλλο ὁ ὁποῖος ἀνέβη στὰ ἀξιώματα. Ὄχι, παιδί μου· προτιμότερο νὰ εἶσαι
στρατιώτης, δεκανέας τίμιος, παρὰ στρατηγὸς ἄτιμος· προτιμότερο εἶνε νὰ εἶσαι
νεωκόρος εὐσεβὴς παρὰ πατριάρχης ἄτιμος. Προτιμότερο εἶνε νὰ εἶσαι φτωχαδάκι,
παρὰ πλούσιος μπουζουὰς ἀτιμάζων τὰ πάντα, προτιμότερο νὰ εἶσαι πτωχιά, παρὰ
μία κυρία μετὰ τῶν μεγάλων καὶ ὑψηλῶν. Προτιμότερο εἶνε νὰ εἶσαι πτωχὸς μὲ τὸ
Χριστό, παρὰ πλούσιος μὲ τὸν διάβολο. Προτιμότερο εἶνε νὰ ζήσῃς μὲ εὐσέβεια
μέσα στὸν κόσμον αὐτόν καὶ νὰ εἶσαι τίμιος καὶ εἰλικρινής καὶ νὰ ἔχῃς τὸ μέτωπό
σου καθαρό, παρὰ νὰ εἶσαι δόλιος καὶ ὑποκριτής. Διότι οἱ «πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται»
(ἔ.ἀ.), «πονηροὶ δὲ καὶ γόητες ἄνθρωποι προκόψουσι ἐπὶ τὸν χεῖρον, πλανῶντες καὶ
πλανώμενοι» (Β΄ Τιμ. 3,13).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου