Αυξάνεται το φαινόμενο του greenwashing, δηλαδή της παραπλανητικής προβολής και διαφήμισης πράσινου προφίλ ή ψευτοοικολογικών προϊόντων ή υπηρεσιών και στην Ελλάδα, όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα του Sustainable Development & Circular Economy Club του MBA International του Οικονομικού Πανεπιστημίου, με επιστημονικό υποστηρικτή το Κέντρο Αειφορίας (CSE).
Αυτό οφείλεται αφενός στην έλλειψη κατανόησης των περιβαλλοντικών θεμάτων από μερίδα διαφημιζομένων και διαφημιστικών εταιρειών και αφετέρου στην αύξηση του ενδιαφέροντος από καταναλωτές για προϊόντα και υπηρεσίες που δεν βλάπτουν το περιβάλλον. Είναι ένα φαινόμενο, ωστόσο, με μεγάλη επίδραση στις επιχειρήσεις, στην κοινωνία και στην οικονομία, δεδομένου ότι σημαντικό ποσοστό ενεργειών που προβάλλονται ή διαφημίζονται από εταιρείες εμπίπτει στην πράσινη παραπλάνηση.
Ειδικότερα, λέξεις και φράσεις όπως «πράσινo», «φιλικό προς το περιβάλλον», «βιώσιμο» χρησιμοποιούνται ευρύτερα από χιλιάδες προϊόντα και υπηρεσίες, χωρίς τεκμηρίωση και τις περισσότερες φορές εσφαλμένα.
Aντίστοιχα, πρόσφατη έρευνα που υλοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το ίδιο θέμα διαπίστωσε το ίδιο πρόβλημα στο 42% των υποθέσεων που έχει εξετάσει στο πλαίσιο προετοιμασίας νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση τoυ greenwashing, μιας ενέργειας που θεωρείται σημαντική στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα ηλεκτρικά σκούτερ, για τα οποία υπάρχει η εντύπωση ότι είναι περισσότερο οικολογικά από άλλα μέσα μεταφοράς, κυρίως επειδή έχουν λιγότερες εκπομπές αερίων. Oμως οι διαδικασίες για την κατασκευή των σκούτερ και οι μπαταρίες τους έχουν σημαντικές εκλύσεις διοξειδίου του άνθρακα κατά τη διάρκεια παραγωγής τους, που δεν αντισταθμίζονται υποχρεωτικά από τη χρήση τους. Eνα άλλο παράδειγμα είναι εταιρείας που προωθεί σαμπουάν και προϊόντα για περιποίηση μαλλιών με «αληθινά φυτικά συστατικά». Ομως η έρευνα έδειξε ότι υπήρχαν πολλά «μη φυσικά» χημικά συστατικά. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία δημιούργησε ψευδή εικόνα για τα προϊόντα της, παραπλανώντας τους καταναλωτές.
Γεγονός είναι ότι τα τελευταία χρόνια μεγάλη μερίδα καταναλωτών έχει απαιτήσεις για μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με την ασφάλεια, τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, ενώ η ενσωμάτωση περιβαλλοντικών και κοινωνικών στοιχείων γίνεται όλο και περισσότερο σημαντική στις καταναλωτικές αποφάσεις.
Αναμφισβήτητα είναι απαραίτητο οι ελληνικές εταιρείες και οι καμπάνιες τους να γίνουν πιο περιβαλλοντικά και κοινωνικά ευαίσθητες και διαφανείς, με τρόπο πιο ουσιαστικό, στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης στην οποία έχει εισέλθει και η χώρα μας. Αυτό θα επιτευχθεί με τρεις τρόπους: σε επίπεδο κράτους με ειδική νομοθεσία από τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, σε επίπεδο επιχειρήσεων με ενσωμάτωση πράσινων πρακτικών και εφαρμογή υπεύθυνης διαφήμισης, και σε επίπεδο ενώσεων καταναλωτών από τους αντίστοιχους φορείς. Σαφώς, και ο ίδιος ο καταναλωτής πρέπει να είναι ενημερωμένος σωστά και να διαβάζει τις ετικέτες των προϊόντων.
Συμπερασματικά, με την ενίσχυση της διαφάνειάς τους και υιοθετώντας κριτήρια ESG στη στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, οι επιχειρήσεις όχι μόνο μπορούν να συμβάλουν ώστε να εκλείψει αυτό το φαινόμενο αλλά και να ωφεληθούν σημαντικά οι ίδιες, αποδεικνύοντας την κοινωνική τους υπευθυνότητα και προσελκύοντας υπεύθυνες επενδύσεις και την προτίμηση των καταναλωτών.
* Ο κ. Νίκος Αυλώνας είναι πρόεδρος του Κέντρου Αειφορίας (CSE), επισκέπτης καθηγητής Οικονομικό Πανεπιστήμιο Aθηνών (IMBA).
πηγη: https://www.kathimerini.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου