Τῷ σεβαστῷ μοι ἁγίῳ Ἀργολίδος ΥΠΟΜΝΗΜΑ ἤγουν Ἀποσπάσμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀργολίδος κ. Νεκταρίου. Ἀφιερωμένα: Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον τοῦ προσφάτως ἑορτασθέντος ὁσίου Πατρός Νικηφόρου τοῦ λεπροῦ. Εἰς μνήμην ἁγίαν τοῦ γέροντος Χρυσάνθου τοῦ λεπροκόμου. Εἰς ὑπόμνησιν τῶν ὅσων ὡραίων συναξαριακῶν διηγήσεων κατέγραψε ὡραιότατα στα βιβλία του ὁ ἅγιος Ἀργολίδος. Εἰς ἐξοστρακισμόν τῆς ἀμνησίας πού παραμονεύει ἐμᾶς τούς ἐγγίζοντας τά ἑβδομήκοντα! ΚΑΙ εἰς Ἀνάμνησιν παλαιᾶς φιλίας
.
Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Φωτόπουλος
Ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ Σεβ. Ἀργολίδος «Ἡ ἱερή ἀρρώστια», Ὅσιος Νικηφόρος ὁ λεπρός. Σελ. 18-19: Ἀναφορά στόν Ἅγιο Βασίλειο γιά τήν περιποίηση... τῶν λεπρῶν.
«Ο άγιος Βασίλειος κατείχε εξαιρετική μόρφωση και μεταξύ των άλλων είχε σπουδάσει ιατρική. Όταν δημιούργησε την περίφημη πολιτεία της αγάπης, τη γνωστή «Βασιλειάδα», ανέλαβε και αυτός έναν τομέα. Βρήκε την ευκαιρία να ασκήσει την ιατρική. Διάλεξε, λοιπόν, τη χειρότερη και πιο επικίνδυνη ειδίκευση: Την περίθαλψη και θεραπεία των λεπρών. Συγκέντρωσε τους λεπρούς που, και στην εποχή του, από τον φόβο της μόλυνσης ήταν εξόριστοι από την πόλη, και τους έβαλε σε ειδικό κτήριο. Αυτούς, λοιπόν, τους απόβλητους και «επικίνδυνους» ασθενείς ανέλαβε να τους περιποιείται ο ίδιος.
Έπλενε και καθάριζε τις πληγές των λεπρών. Ασπαζόταν τα πληγωμένα και παραμορφωμένα πόδια τους, γιατί στα πρόσωπά τους έβλεπε την εικόνα του Θεού. Είναι πράγματι ασύλληπτο. Ένας επίσκοπος-γιατρός χωρίς γάντια, χωρίς μάσκες, χωρίς αντισηπτικά, να περιποιείται τους μολυσματικούς ασθενείς και να ασπάζεται τις πληγές τους»!
Σελ. 20-21: Οἱ παρακάτω διηγήσεις ἀφοροῦν τούς λεπρούς τῆς Σπιναλόγκας.
«Στη δεκαετία τοϋ 1940 συνέβη κι ένα συγκινητικό περιστατικό, που δεν είναι ευρέως γνωστό. Κάποια μέρα εμφανίστηκε ένας ιερομόναχος που καταγόταν από την Ιεράπετρα, ο π. Χρύσανθος και τόλμησε να επισκεφθεί το νησί, με σκοπό να λειτουργήσει στο εκεί παρεκκλήσιο του Αγίου Παντελεήμονα που ρήμαζε. Στην πρώτη του λειτουργία δεν πάτησε κανείς. Οι λεπροί άκουγαν πεισμωμένοι από τα κελλιά τους τις ψαλμωδίες. Κάθε τόσο ακούγονταν βογγητά πόνου, βλαστήμιες και κατάρες. 0 π. Χρύσανθος δεν απογοητεύτηκε. Ξαναπήγε στο νησί — κάτι που συγκίνησε τους λεπρούς. Πριν αρχίσει τη Λειτουργία, ήρθε ένας λεπρός και του είπε:
- Παπά, θα κάτσω στην Λειτουργία σου, μ’ έναν όρο όμως. Στο τέλος θα με κοινωνήσεις. Κι αν ο Θεός σου είναι παντοδύναμος θα σε φυλάξει. Θα κάνεις μετά την κατάλυση και δεν θα φοβηθείς μήπως κολλήσεις τη λέπρα μου.
Ο π. Χρύσανθος συμφώνησε. Το άκουσαν οι λεπροί και ξαφνιάστηκαν. Μερικοί πήγαν στο παρεκκλήσι κι από ένα μικρό χάλασμα είχαν κάποια θέα προς το ιερό. Τέλειωσε η Λειτουργία και οι λεπροί παρακολουθούσαν να δουν τι θα κάνει ο ιερέας. Ο π. Χρύσανθος δακρυσμένος και γονατιστός, με πολλή ευλάβεια, έκανε στην Ιερή Πρόθεση την κατάλυση. Τους αποχαιρέτησε και γύρισε στην Κρήτη.
Πέρασε ένας μήνας. Οι λεπροί τον περίμεναν. Ήταν σίγουροι ότι αυτή τη φορά θα έλθει ως ασθενής και όχι ως ιερέας. Αλίμονο όμως αν ο Χριστός κολλούσε μικρόβια...! Ο π. Χρύσανθος γύρισε υγιέστατος. Πήγε στο παρεκκλήσι και άρχισε να χτυπάει την καμπάνα. Οι λεπροί μαζεύτηκαν στην εκκλησία. Κοινώνησαν οι περισσότεροι, αλλά κρυφοκοίταζαν να δουν τι θα κάνει ο ιερέας: θα καταλύσει ή θα ρίξει στο χωνευτήρι κρυφά τη θεία κοινωνία; Με τον καιρό πείστηκαν. Το «θαύμα της Σπιναλόγκα» συνέβαινε ξανά και ξανά. 0 π. Χρύσανθος έμεινε κοντά στους λεπρούς τουλάχιστον δέκα χρόνια. Έγινε ο μόνιμος ιερέας της Σπιναλόγκα. Οι λεπροί αναστήλωσαν το εγκαταλελειμμένο παρεκκλήσι και μαζί αναστήλωσαν την ραγισμένη πίστη τους.
Σελ. 24-25: Κάποιος πρώην λεπρός διηγεῖται την ἐμπειρία του ἀπό την γνωριμία του με τον γέροντα Χρύσανθο
«Κάποια μέρα καθόμασταν μερικοί άντρες στην αυλή του καφενείου μας, που ήταν κοντά στην πύλη. Τότε πιο πέρα φάνηκε ένας ιερέας. Καταλάβαμε όλοι μας ότι ήρθε στο νησί για να λειτουργήσει. Μόλις μας είδε ήρθε κοντά μας. Μας καλημέρισε με εγκαρδιότητα. Όλοι μας όρθιοι και με ελαφρά υπόκλιση τον καλωσορίσαμε. Κανένας μας όμως δεν έτεινε το χέρι του, για να τον χαιρετήσει. Ο λεπρός δεν πρέπει να χαιρετά με χειραψία. Κι αυτό, για να μη μεταδώσει την καταραμένη του αρρώστια. Τότε εκείνος μας χαιρέτησε όλους με χειραψία! Μας είπε απλά ότι θα μείνει κοντά μας, για να μας βοηθάει στην εκπλήρωση των χριστιανικών μας καθηκόντων. Η συγκίνησή μας ήταν μεγάλη.
Την άλλη μέρα -πήγαμε στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα. Παρακολουθήσαμε όλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, με κατάνυξη τη Θεία Λειτουργία, που τελούσε με δωρική απλότητα και απροσμέτρητη ευσέβεια. Την Κυριακή αυτή δεν μεταλάβαμε. Δεν είχαμε ενημερωθεί έγκαιρα για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και δεν είχαμε νηστέψει. Στο τέλος της Λειτουργίας πήραμε από το χέρι του αντίδωρο. Και παίρνοντας το αντίδωρο του φιλούσαμε όλοι το χέρι! Ήταν κάτι που το επιδίωξε ο ίδιος. Καθώς έδινε το αντίδωρο, πλησίαζε το χέρι του στο στόμα μας. Όλων μας τα μάτια βούρκωσαν από συγκίνηση. Πριν έρθει εκείνος, το αντίδωρο το παίρναμε από ένα καλαμόπλεχτο πανέρι που τοποθετούσε ο νεωκόρος στο παγκάρι.
Την επόμενη Κυριακή πήγαμε σχεδόν όλοι στην εκκλησία. Η εκκλησία ήταν κατάμεστη, το ίδιο και το προαύλιό της. Τη μέρα αυτή μεταλάβαμε όλοι. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας είδαμε τον ιερέα μας να καταλύει ό,τι είχε απομείνει στο Άγιο Ποτήριο από τη μετάληψή μας! Ανοίξαμε όλοι τα μάτια μας από έκπληξη. Νομίζαμε ότι ονειρευόμαστε. Χοντρά και καυτά δάκρυα ανάβρυσαν από τα μάτια μας. Ο προηγούμενος ιερέας ό,τι απέμενε από τη μετάληψή μας -ασφαλώς κατά θεία οικονομία- το έχυνε στο χωνευτήρι».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου