Πολύς λόγος γίνεται (ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια) για την εθνική συνείδηση που μπορεί να έχει ένας σοσιαλιστής ή ένας αναρχικός.
Ας μας απαντήσουν δυο μορφές του αναρχικού χώρου.
Ο σημαντικότερος αναρχικός διανοητής παγκοσμίως Μιχαήλ Μπακούνιν και ο σημαντικότερος Έλληνας αναρχικός διανοητής Μ. Ράπτης (“Πάμπλο”)
Ακολουθούν τέσσερα κειμενάκια των Μπακούνιν και Πάμπλο προς μελέτη…
“… Η ευημερία του κράτους είναι η αθλιότητα του πραγματικού έθνους, του λαού. Το μεγαλείο και η ισχύς του κράτους είναι η σκλαβιά του λαό. Το κράτος δεν είναι η πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την πατρίδα τους. Αλλ’ αυτό είναι μια φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός. Η πατρίδα, η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό ταυτόχρονα. Δεν είναι μια θεωρητική αρχή.
Δεν μπορούμε να ονομάσουμε ανθρώπινη αρχή, παρά μόνο ότι είναι καθολικό, κοινό σ’ όλους τους ανθρώπους. Η εθνικότητα τους χωρίζει. Δεν είναι λοιπόν αρχή. Αλλά αυτό που είναι η αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από τα γεγονότα αυτά. Οφείλουμε λοιπόν να τη σεβόμαστε. Η καταπίεση της είναι έγκλημα, γίνεται ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται. Γι’ αυτό λοιπόν αισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας.
(Γαλλική έκδοση των απάντων Μ. Μπακούνιν, τόμος I, σελ. 225 -227, μετ. Πόλυ Γκέκα, εκδ. Πλέθρον)
Η πατρίδα αντιπροσωπεύει το αδιαφιλονίκητο και ιερό δικαίωμα κάθε ανθρώπου, ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, να ζουν, να σκέφτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον τρόπο τους, που γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της μακρόχρονης ιστορικής εξέλιξης.
Υποκλίνομαι λοιπόν μπρος στην παράδοση και την ιστορία των λαών, γιατί είναι το αίμα και η σάρκα, η σκέψη και η θέληση κάθε λαού. Γι αυτό, ειλικρινά, είμαι ο πατριώτης όλων των καταπιεσμένων πατρίδων. Είμαι πατριώτης και διεθνιστής ταυτόχρονα”
(Μιχαήλ Μπακούνιν, Γράμματα για τον Πατριωτισμό,1869)
“…Ο λαός επίσης είναι από τη φύση του πατριώτης. Αγαπά τη γη όπου γεννήθηκε, το κλίμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε…Ο πραγματικός, ζωντανός, ισχυρός, φυσικός πατριωτισμός του λαού, δεν είναι καθόλου εθνικός πατριωτισμός, ούτε καν τοπικός, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του αποκλειστικά κοινοτικός. Αλλά αγαπά ακόμα τη γλώσσα που μιλά…Ταυτίζεται επίσης με τα έθιμα και τις αληθινές ή λαθεμένες αντιλήψεις της χώρας του. Αν αυτά τα έθιμα, αυτές οι ιδέες κι αυτή η γλώσσα καλύπτουν μια περιοχή, τότε αρχίζει να γίνεται πραγματικά ένας τοπικός πατριώτης. Αν καλύπτουν ένα ολόκληρο έθνος, τότε γίνεται ένας εθνικός πατριώτης. Με την έννοια αυτή, κανείς δεν είναι τόσο βαθιά ούτε τόσο ειλικρινά πατριώτης όσο ο λαός…
(Μ. Μπακούνιν και Ιταλία, 2ο μέρος, σελ. 81-83 μετ. Πόλυ Γκέκα, εκδ. Πλέθρον)
[...]Η βασική αντινομία, που χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή τη νέα τάξη, είναι η προσπάθεια προς ένα ενιαίο οικονομικά κόσμο, όμως πολιτικά κατακερματισμένο, ώστε τα μικρά του τμήματα να ελέγχονται ευκολότερα και που οδηγούν βέβαια από την άλλη μεριά, στο βαθμό που τα μέρη αυτά θέλουν να αντισταθούν, στην έξαρση του εθνικιστικού φαινομένου. Φαινόμενο το οποίο η νέα τάξη θεωρεί, αυτή τη στιγμή, σαν το κυριότερο εμπόδιο για την ομαλή λειτουργία της αναγκαίας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Από την άποψη αυτή, η αναβίωση των εθνικισμών δεν μπορεί να θεωρείται σαν αρνητική, απλώς, εκδήλωση, που εναντιώνεται στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, αλλά και σαν αναπόφευκτη εκδήλωση αντίστασης όλων εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται ότι είναι υποχρεωμένοι ή να αγωνιστούν για να διατηρήσουν μια δική τους εθνική ταυτότητα ή να υποταχθούν απολύτως στη νέα τάξη πραγμάτων. Από την άποψη της αποτελεσματικότητας των αντιδράσεων στην εδραίωση τέτοιου κέντρου, θα ‘πρεπε επομένως, εκ μέρους της επαναστατικής Αριστεράς, καταρχήν να υπάρχει μια αντίδραση σε κάθε περίπτωση που η νέα τάξη προσπαθεί να κατακερματίσει ένα ήδη συγκροτημένο σύνολο και να τασσόμαστε κατά της προσπάθειας αυτής.
Και εάν αυτό συμβεί, όταν βρισκόμαστε μπροστά στην ανασυγκρότηση νέων εθνικών κρατών, που αναζητούν σαν προστασία τους απέναντι στον πολιτικό έλεγχο της νέας τάξης, μια δική τους εθνική ταυτότητα, αυτό να μην μας οδηγεί σε μια αρνητική καταδίκη των προσπαθειών αυτών.[...]Προσωπικά θεωρώ ότι είναι αναγκαία οι Έλληνες να αποκτήσουν μια συνείδηση του εθνισμού τους και να είναι έτοιμοι, όταν πρόκειται να γίνει μία περαιτέρω συρρίκνωση του λεγομένου εθνικού τους κορμού, να αντισταθούν. Να μην επαναλάβουν το έγκλημα, την αδυναμία, την προδοσία, τη δειλία που έδειξαν στο ζήτημα της Κύπρου. Δεν είμαι υπέρ μιας επανάληψης της Κύπρου και στην Ελλάδα. Δεν θεωρώ ότι είναι τίποτα το διεθνιστικό μία αδιαφορία πλήρης αν γίνει ή δεν γίνει και στην Ελλάδα κάτι παρόμοιο που έγινε στην Κύπρο. Μα με ποιο θάρρος μπορείς να λες ότι είσαι υπέρ των Κούρδων ή των Παλαιστινίων που ζητάνε μια πατρίδα κι όταν γίνει σ’ ένα τμήμα δικό σου εισβολή, κατοχή, αλλαγή πληθυσμών και δημιουργείται δικό σου παλαιστινιακό ζήτημα, ποια στάση κρατάς απέναντι στην Κύπρο; Και ξεκινώντας απ’ αυτά, ποια στάση πρόκειται να κρατήσεις αν συμβεί κάτι παρόμοιο στην Ελλάδα; Είναι σωστό ότι ο εθνισμός που είναι απαραίτητος, δεν είναι σε καμία αντίθεση με το διεθνισμό. Ο κάθε διεθνιστής έχει και μια ιδιαίτερη πατρίδα και είναι φυσικό την πατρίδα αυτή να την αγαπάει όχι περισσότερο από τις άλλες, αλλά τουλάχιστον το ίδιο.
Είναι φυσικό επίσης να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να έχει δράση επαναστατική, αν δεν δείχνει απέναντι στο λαό του μια συμπαράσταση. Σε ποιον κάτοικο της χώρας σου μπορείς να μιλήσεις και να πεις ότι σου είναι αδιάφορη η ιστορία της Κύπρου ή η επανάληψη της ιστορίας της Κύπρου αύριο και να νομίζεις ότι με τέτοια στάση μπορεί να ‘χεις οποιοδήποτε δεσμό με το λαό σου για άλλες επιτεύξεις; Εάν δεν αφαιρέσεις από την αστική ηγεσία την υπεράσπιση του εθνισμού και την περάσεις στα χέρα της Αριστεράς, είσαι τελείως χαμένος σε οποιοδήποτε επαναστατικό σου παιχνίδι.[…}
(Μ. Ράπτης -Πάμπλο, Άρδην τεύχος 29)
ΥΓ.1: Αν ζούσε σήμερα ο Μπακούνιν και έλεγε τέτοια πράγματα, οι σημερινοί αναρχικοί της άρνησης και της απαξίωσης (δηλαδή της ήττας) θα τον έλεγαν φασίστα και ξεμωραμένο εθνικιστή.
Αλλά ο Μπακούνιν δεν αρκούνταν στο να πίνει μπύρες στο πάρκο Ναυαρίνου ή στα παγκάκια της πλατείας Εξαρχείων, να λέει ό,τι του κατεβαίνει, να ψευτοδιακεδάζει με “δήθεν” και εναλλακτικά δρώμενα, να επικροτεί τους πράκτορες της ασφάλειας που πετούν μολότωφ για να διαλύουν τις μεγάλες συγκεντρώσεις και στο τσακίρ κέφι να πουλάει αλληλεγγύη σε μετανάστες- έτσι γιατί πρέπει…
Ο Μπακούνιν δεν αμπελοφιλοσοφούσε ηττημένος.
Αποσκοπούσε στη νίκη της ιδέας του και γι αυτό πρώτα απ όλα αποδέχτηκε τον εαυτό του, που αυτονόητα αγαπούσε την πατρίδα του και αποδέχτηκε και τους υπολοίπους που ένοιωθαν το ίδιο…
ΥΓ.2:
Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό
Συντρόφια μήπως βρέθηκε κι εκείνο;
Να φτύσω μέσα με οργή που οι νέες εποχές
Με κάνουνε να μοιάζω με κρετίνο…
(Θανάσης Παπακωνσταντίνου)
(Μ. Ράπτης -Πάμπλο, Άρδην τεύχος 29)
Πηγή olympia.gr
Ας μας απαντήσουν δυο μορφές του αναρχικού χώρου.
Ο σημαντικότερος αναρχικός διανοητής παγκοσμίως Μιχαήλ Μπακούνιν και ο σημαντικότερος Έλληνας αναρχικός διανοητής Μ. Ράπτης (“Πάμπλο”)
Ακολουθούν τέσσερα κειμενάκια των Μπακούνιν και Πάμπλο προς μελέτη…
“… Η ευημερία του κράτους είναι η αθλιότητα του πραγματικού έθνους, του λαού. Το μεγαλείο και η ισχύς του κράτους είναι η σκλαβιά του λαό. Το κράτος δεν είναι η πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την πατρίδα τους. Αλλ’ αυτό είναι μια φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός. Η πατρίδα, η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό ταυτόχρονα. Δεν είναι μια θεωρητική αρχή.
Δεν μπορούμε να ονομάσουμε ανθρώπινη αρχή, παρά μόνο ότι είναι καθολικό, κοινό σ’ όλους τους ανθρώπους. Η εθνικότητα τους χωρίζει. Δεν είναι λοιπόν αρχή. Αλλά αυτό που είναι η αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από τα γεγονότα αυτά. Οφείλουμε λοιπόν να τη σεβόμαστε. Η καταπίεση της είναι έγκλημα, γίνεται ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται. Γι’ αυτό λοιπόν αισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας.
(Γαλλική έκδοση των απάντων Μ. Μπακούνιν, τόμος I, σελ. 225 -227, μετ. Πόλυ Γκέκα, εκδ. Πλέθρον)
Η πατρίδα αντιπροσωπεύει το αδιαφιλονίκητο και ιερό δικαίωμα κάθε ανθρώπου, ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, να ζουν, να σκέφτονται, να θέλουν και να δρουν κατά τον τρόπο τους, που γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της μακρόχρονης ιστορικής εξέλιξης.
Υποκλίνομαι λοιπόν μπρος στην παράδοση και την ιστορία των λαών, γιατί είναι το αίμα και η σάρκα, η σκέψη και η θέληση κάθε λαού. Γι αυτό, ειλικρινά, είμαι ο πατριώτης όλων των καταπιεσμένων πατρίδων. Είμαι πατριώτης και διεθνιστής ταυτόχρονα”
(Μιχαήλ Μπακούνιν, Γράμματα για τον Πατριωτισμό,1869)
“…Ο λαός επίσης είναι από τη φύση του πατριώτης. Αγαπά τη γη όπου γεννήθηκε, το κλίμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε…Ο πραγματικός, ζωντανός, ισχυρός, φυσικός πατριωτισμός του λαού, δεν είναι καθόλου εθνικός πατριωτισμός, ούτε καν τοπικός, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του αποκλειστικά κοινοτικός. Αλλά αγαπά ακόμα τη γλώσσα που μιλά…Ταυτίζεται επίσης με τα έθιμα και τις αληθινές ή λαθεμένες αντιλήψεις της χώρας του. Αν αυτά τα έθιμα, αυτές οι ιδέες κι αυτή η γλώσσα καλύπτουν μια περιοχή, τότε αρχίζει να γίνεται πραγματικά ένας τοπικός πατριώτης. Αν καλύπτουν ένα ολόκληρο έθνος, τότε γίνεται ένας εθνικός πατριώτης. Με την έννοια αυτή, κανείς δεν είναι τόσο βαθιά ούτε τόσο ειλικρινά πατριώτης όσο ο λαός…
(Μ. Μπακούνιν και Ιταλία, 2ο μέρος, σελ. 81-83 μετ. Πόλυ Γκέκα, εκδ. Πλέθρον)
[...]Η βασική αντινομία, που χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή τη νέα τάξη, είναι η προσπάθεια προς ένα ενιαίο οικονομικά κόσμο, όμως πολιτικά κατακερματισμένο, ώστε τα μικρά του τμήματα να ελέγχονται ευκολότερα και που οδηγούν βέβαια από την άλλη μεριά, στο βαθμό που τα μέρη αυτά θέλουν να αντισταθούν, στην έξαρση του εθνικιστικού φαινομένου. Φαινόμενο το οποίο η νέα τάξη θεωρεί, αυτή τη στιγμή, σαν το κυριότερο εμπόδιο για την ομαλή λειτουργία της αναγκαίας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Από την άποψη αυτή, η αναβίωση των εθνικισμών δεν μπορεί να θεωρείται σαν αρνητική, απλώς, εκδήλωση, που εναντιώνεται στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, αλλά και σαν αναπόφευκτη εκδήλωση αντίστασης όλων εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται ότι είναι υποχρεωμένοι ή να αγωνιστούν για να διατηρήσουν μια δική τους εθνική ταυτότητα ή να υποταχθούν απολύτως στη νέα τάξη πραγμάτων. Από την άποψη της αποτελεσματικότητας των αντιδράσεων στην εδραίωση τέτοιου κέντρου, θα ‘πρεπε επομένως, εκ μέρους της επαναστατικής Αριστεράς, καταρχήν να υπάρχει μια αντίδραση σε κάθε περίπτωση που η νέα τάξη προσπαθεί να κατακερματίσει ένα ήδη συγκροτημένο σύνολο και να τασσόμαστε κατά της προσπάθειας αυτής.
Και εάν αυτό συμβεί, όταν βρισκόμαστε μπροστά στην ανασυγκρότηση νέων εθνικών κρατών, που αναζητούν σαν προστασία τους απέναντι στον πολιτικό έλεγχο της νέας τάξης, μια δική τους εθνική ταυτότητα, αυτό να μην μας οδηγεί σε μια αρνητική καταδίκη των προσπαθειών αυτών.[...]Προσωπικά θεωρώ ότι είναι αναγκαία οι Έλληνες να αποκτήσουν μια συνείδηση του εθνισμού τους και να είναι έτοιμοι, όταν πρόκειται να γίνει μία περαιτέρω συρρίκνωση του λεγομένου εθνικού τους κορμού, να αντισταθούν. Να μην επαναλάβουν το έγκλημα, την αδυναμία, την προδοσία, τη δειλία που έδειξαν στο ζήτημα της Κύπρου. Δεν είμαι υπέρ μιας επανάληψης της Κύπρου και στην Ελλάδα. Δεν θεωρώ ότι είναι τίποτα το διεθνιστικό μία αδιαφορία πλήρης αν γίνει ή δεν γίνει και στην Ελλάδα κάτι παρόμοιο που έγινε στην Κύπρο. Μα με ποιο θάρρος μπορείς να λες ότι είσαι υπέρ των Κούρδων ή των Παλαιστινίων που ζητάνε μια πατρίδα κι όταν γίνει σ’ ένα τμήμα δικό σου εισβολή, κατοχή, αλλαγή πληθυσμών και δημιουργείται δικό σου παλαιστινιακό ζήτημα, ποια στάση κρατάς απέναντι στην Κύπρο; Και ξεκινώντας απ’ αυτά, ποια στάση πρόκειται να κρατήσεις αν συμβεί κάτι παρόμοιο στην Ελλάδα; Είναι σωστό ότι ο εθνισμός που είναι απαραίτητος, δεν είναι σε καμία αντίθεση με το διεθνισμό. Ο κάθε διεθνιστής έχει και μια ιδιαίτερη πατρίδα και είναι φυσικό την πατρίδα αυτή να την αγαπάει όχι περισσότερο από τις άλλες, αλλά τουλάχιστον το ίδιο.
Είναι φυσικό επίσης να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να έχει δράση επαναστατική, αν δεν δείχνει απέναντι στο λαό του μια συμπαράσταση. Σε ποιον κάτοικο της χώρας σου μπορείς να μιλήσεις και να πεις ότι σου είναι αδιάφορη η ιστορία της Κύπρου ή η επανάληψη της ιστορίας της Κύπρου αύριο και να νομίζεις ότι με τέτοια στάση μπορεί να ‘χεις οποιοδήποτε δεσμό με το λαό σου για άλλες επιτεύξεις; Εάν δεν αφαιρέσεις από την αστική ηγεσία την υπεράσπιση του εθνισμού και την περάσεις στα χέρα της Αριστεράς, είσαι τελείως χαμένος σε οποιοδήποτε επαναστατικό σου παιχνίδι.[…}
(Μ. Ράπτης -Πάμπλο, Άρδην τεύχος 29)
ΥΓ.1: Αν ζούσε σήμερα ο Μπακούνιν και έλεγε τέτοια πράγματα, οι σημερινοί αναρχικοί της άρνησης και της απαξίωσης (δηλαδή της ήττας) θα τον έλεγαν φασίστα και ξεμωραμένο εθνικιστή.
Αλλά ο Μπακούνιν δεν αρκούνταν στο να πίνει μπύρες στο πάρκο Ναυαρίνου ή στα παγκάκια της πλατείας Εξαρχείων, να λέει ό,τι του κατεβαίνει, να ψευτοδιακεδάζει με “δήθεν” και εναλλακτικά δρώμενα, να επικροτεί τους πράκτορες της ασφάλειας που πετούν μολότωφ για να διαλύουν τις μεγάλες συγκεντρώσεις και στο τσακίρ κέφι να πουλάει αλληλεγγύη σε μετανάστες- έτσι γιατί πρέπει…
Ο Μπακούνιν δεν αμπελοφιλοσοφούσε ηττημένος.
Αποσκοπούσε στη νίκη της ιδέας του και γι αυτό πρώτα απ όλα αποδέχτηκε τον εαυτό του, που αυτονόητα αγαπούσε την πατρίδα του και αποδέχτηκε και τους υπολοίπους που ένοιωθαν το ίδιο…
ΥΓ.2:
Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό
Συντρόφια μήπως βρέθηκε κι εκείνο;
Να φτύσω μέσα με οργή που οι νέες εποχές
Με κάνουνε να μοιάζω με κρετίνο…
(Θανάσης Παπακωνσταντίνου)
(Μ. Ράπτης -Πάμπλο, Άρδην τεύχος 29)
Πηγή olympia.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου