ΑΦΟΥ δεν είναι δικαστές, τι είναι; Υπάλληλοι; Και πώς δικάζουν χωρίς να είναι δικαστές; Πώς απονέμουν δικαιοσύνη σε χιλιάδες στρατευμένους δίχως να είναι αυταπόδεικτη η δικαστική ιδιότητά τους; Και αν πράγματι δεν είναι δικαστές και δικάζουν, η πολιτεία πώς επιτρέπει μια τέτοια αντισυνταγματικότητα; Τα ερωτήματα εύλογα μετά την έκδοση μιας απόφασης (δικαστικής) που θεωρεί τους στρατοδίκες μη δικαστές! Και ας διαφημίστηκαν τόσο δύο νόμοι που ψηφίστηκαν το 1995, με τους οποίους τα μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων απολαμβάνουν όλες τις εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας που αναγνωρίζει το Σύνταγμά μας στους δικαστικούς όλων των κλάδων της δικαιοσύνης.
Η απόφαση, που δεν θεωρεί τους δικαστές των στρατοδικείων, των αεροδικείων και των ναυτοδικείων δικαστές, εκδόθηκε από το Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας. Δικαστήριο που συγκροτείται από ανώτατους δικαστικούς, καθηγητές πανεπιστημίου και δικηγόρους που είναι μέλη του ανώτατου πειθαρχικού συμβουλίου του δικηγορικού σώματος. Κατά πλειοψηφία λοιπόν το δικαστήριο αυτό αποφάσισε πως εκείνοι που καθημερινά δικάζουν χιλιάδες υποθέσεις των στρατευμένων για ποινικά αδικήματα ορισμένα βαρύτατα όπως ανθρωποκτονίες και άλλα δεν είναι δικαστικοί. Δεν πρόκειται, ασφαλώς, περί νομικής παραδοξολογίας ή σχήματος λόγου.
Είναι μια απόφαση που δημιουργεί νέα δεδομένα, προκαλεί προβληματισμούς, θέτει εκ νέου ερωτήματα, ανοίγει νέους κύκλους συζητήσεων καθώς αμφισβητεί τη δικαστική ιδιότητα από τα μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και τους θέτει εκτός της δικαιοσύνης. Με την απόφαση του Δικαστηρίου των Αγωγών Κακοδικίας (υπάρχει αντίθετη από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών) τίθενται εν αμφιβόλω πολλά από όσα ισχύουν σήμερα στον ευαίσθητο χώρο της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ενώ οι σχετικοί νόμοι που ψηφίστηκαν κατ' επιταγή του Συντάγματος κρίνονται ελλειμματικοί. Παρ' όλα αυτά στα στρατοδικεία καθημερινά εκδίδονται εκατοντάδες αποφάσεις, που αναιρούνται στον Αρειο Πάγο, ενώ η στρατιωτική δικαιοσύνη από την πολιτεία θεωρείται δικαιοσύνη χωρίς εκπτώσεις.
Ας δούμε όμως πώς και με ποια επιχειρήματα το Δικαστήριο των Αγωγών Κακοδικίας με την υπ' αριθμόν 31/97 απόφασή του έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι στρατοδίκες δεν είναι δικαστές. Η άποψη που πλειοψήφησε στηρίχθηκε σε διατάξεις του Συντάγματος και ειδικότερα σε εκείνες που αφορούν τη δικαιοσύνη, την ανεξαρτησία της, την οργάνωσή της και τη δομή της (άρθρα 88-91 αλλά και άλλα). Τα μέλη του δικαστηρίου που συντάχθηκαν με τη θέση της πλειοψηφίας έκριναν (με εισηγητή τον σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Πέτρο Παραρά) ότι τα μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι δικαστές. Και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κρίνονται από το Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας (στο οποίο καταφεύγουν οι πολίτες κατά των δικαστών) και ως μη δικαστές δεν υπάγονται στην αρμοδιότητά του.
Το γεγονός ότι ψηφίστηκαν από την κυβέρνηση νόμοι το 1995 που, όπως υποστηρίχθηκε τότε, έκοψαν τον ομφάλιο λώρο της στρατιωτικής δικαιοσύνης από τις Ενοπλες Δυνάμεις και έδωσαν όλες οι εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας στους στρατιωτικούς δικαστές, δεν ασκεί καμιά επιρροή κατά την απόφαση στον «αποχαρακτηρισμό» των στρατιωτικών δικαστών ως αξιωματικών. «Δεν επιδρά, αναφέρεται στην απόφαση, εν προκειμένω το γεγονός ότι με ειδικό νόμο τα μέλη των παραπάνω στρατιωτικών δικαστηρίων είναι δυνατόν να περιβληθούν και με πραγματικές εγγυήσεις λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας, διότι το στοιχείο αυτό δεν επαρκεί για να χαρακτηρισθούν δικαστικοί λειτουργοί κατά την έννοια των συνταγματικών διατάξεων».
Και ενώ αυτά αποφάσισε η πλειοψηφία των μελών του δικαστηρίου και απέρριψε αγωγή πολίτη κατά δύο στρατιωτικών δικαστών, τρία μέλη του δικαστηρίου είχαν αντίθετη άποψη. Αποτέλεσμα; Γρίφος, ουσιαστικό και νομικό μπέρδεμα, ώστε στο ερώτημα τι είναι οι στρατοδίκες οι απαντήσεις να είναι και αμφιλεγόμενες και πολλές. Και αυτό γιατί όσοι μειοψήφησαν στο Δικαστήριο των Αγωγών της Κακοδικίας (μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρός του, αντιπρόεδρος του ΣτΕ κ. Γ. Δεληγιάννης), αλλά και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με απόφασή του, ετάχθησαν υπέρ της απόψεως ότι οι στρατοδίκες είναι δικαστές.
Οι μειοψηφήσαντες άντλησαν τα επιχειρήματά τους από το Σύνταγμα αλλά και από τους νόμους (που ψηφίστηκαν πριν από τρία χρόνια) για τον εκδημοκρατισμό της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Με δυο λόγια λοιπόν οι δικαστές που μειοψήφησαν διατείνονται ότι οι στρατιωτικοί δικαστές είναι δικαστές διότι: Με νόμους που εκδόθηκαν κατ' επιταγή του Συντάγματος απολαμβάνουν προσωπική λειτουργική ανεξαρτησία, όπως και οι δικαστικοί άλλων κλάδων. Οι αποφάσεις τους αναιρούνται ενώπιον του Αρείου Πάγου. Και το σημαντικότερο: «Τα δικαστήρια αυτά ασκούν, σύμφωνα με την αποστολή τους, δικαιοδοτικό έργο σε μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού, στους υπηρετούντες στις Ενοπλες Δυνάμεις, εκδικάζοντας ευρύ φάσμα ποινικών παραβάσεων».
Στις θέσεις της μειοψηφίας καταγράφηκαν και επιμέρους διαφορές και απόψεις. Η μειοψηφία όμως είναι μειοψηφία, την απόφαση «γράφει» η πλειοψηφία. Για το τι είναι οι στρατιωτικοί δικαστές όμως ερίζουν, όπως φαίνεται, και άλλοι κλάδοι της δικαιοσύνης. Πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (2659) έκρινε ότι οι στρατοδίκες είναι δικαστές! Το δικαστήριο ασχολήθηκε με υπόθεση αγωγής αποζημίωσης και παρεμπιπτόντως απεφάνθη και για τη δικαστική ιδιότητα των μελών του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων.
Πηγή
Η απόφαση, που δεν θεωρεί τους δικαστές των στρατοδικείων, των αεροδικείων και των ναυτοδικείων δικαστές, εκδόθηκε από το Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας. Δικαστήριο που συγκροτείται από ανώτατους δικαστικούς, καθηγητές πανεπιστημίου και δικηγόρους που είναι μέλη του ανώτατου πειθαρχικού συμβουλίου του δικηγορικού σώματος. Κατά πλειοψηφία λοιπόν το δικαστήριο αυτό αποφάσισε πως εκείνοι που καθημερινά δικάζουν χιλιάδες υποθέσεις των στρατευμένων για ποινικά αδικήματα ορισμένα βαρύτατα όπως ανθρωποκτονίες και άλλα δεν είναι δικαστικοί. Δεν πρόκειται, ασφαλώς, περί νομικής παραδοξολογίας ή σχήματος λόγου.
Είναι μια απόφαση που δημιουργεί νέα δεδομένα, προκαλεί προβληματισμούς, θέτει εκ νέου ερωτήματα, ανοίγει νέους κύκλους συζητήσεων καθώς αμφισβητεί τη δικαστική ιδιότητα από τα μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και τους θέτει εκτός της δικαιοσύνης. Με την απόφαση του Δικαστηρίου των Αγωγών Κακοδικίας (υπάρχει αντίθετη από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών) τίθενται εν αμφιβόλω πολλά από όσα ισχύουν σήμερα στον ευαίσθητο χώρο της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ενώ οι σχετικοί νόμοι που ψηφίστηκαν κατ' επιταγή του Συντάγματος κρίνονται ελλειμματικοί. Παρ' όλα αυτά στα στρατοδικεία καθημερινά εκδίδονται εκατοντάδες αποφάσεις, που αναιρούνται στον Αρειο Πάγο, ενώ η στρατιωτική δικαιοσύνη από την πολιτεία θεωρείται δικαιοσύνη χωρίς εκπτώσεις.
Ας δούμε όμως πώς και με ποια επιχειρήματα το Δικαστήριο των Αγωγών Κακοδικίας με την υπ' αριθμόν 31/97 απόφασή του έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι στρατοδίκες δεν είναι δικαστές. Η άποψη που πλειοψήφησε στηρίχθηκε σε διατάξεις του Συντάγματος και ειδικότερα σε εκείνες που αφορούν τη δικαιοσύνη, την ανεξαρτησία της, την οργάνωσή της και τη δομή της (άρθρα 88-91 αλλά και άλλα). Τα μέλη του δικαστηρίου που συντάχθηκαν με τη θέση της πλειοψηφίας έκριναν (με εισηγητή τον σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Πέτρο Παραρά) ότι τα μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι δικαστές. Και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κρίνονται από το Δικαστήριο Αγωγών Κακοδικίας (στο οποίο καταφεύγουν οι πολίτες κατά των δικαστών) και ως μη δικαστές δεν υπάγονται στην αρμοδιότητά του.
Το γεγονός ότι ψηφίστηκαν από την κυβέρνηση νόμοι το 1995 που, όπως υποστηρίχθηκε τότε, έκοψαν τον ομφάλιο λώρο της στρατιωτικής δικαιοσύνης από τις Ενοπλες Δυνάμεις και έδωσαν όλες οι εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας στους στρατιωτικούς δικαστές, δεν ασκεί καμιά επιρροή κατά την απόφαση στον «αποχαρακτηρισμό» των στρατιωτικών δικαστών ως αξιωματικών. «Δεν επιδρά, αναφέρεται στην απόφαση, εν προκειμένω το γεγονός ότι με ειδικό νόμο τα μέλη των παραπάνω στρατιωτικών δικαστηρίων είναι δυνατόν να περιβληθούν και με πραγματικές εγγυήσεις λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας, διότι το στοιχείο αυτό δεν επαρκεί για να χαρακτηρισθούν δικαστικοί λειτουργοί κατά την έννοια των συνταγματικών διατάξεων».
Και ενώ αυτά αποφάσισε η πλειοψηφία των μελών του δικαστηρίου και απέρριψε αγωγή πολίτη κατά δύο στρατιωτικών δικαστών, τρία μέλη του δικαστηρίου είχαν αντίθετη άποψη. Αποτέλεσμα; Γρίφος, ουσιαστικό και νομικό μπέρδεμα, ώστε στο ερώτημα τι είναι οι στρατοδίκες οι απαντήσεις να είναι και αμφιλεγόμενες και πολλές. Και αυτό γιατί όσοι μειοψήφησαν στο Δικαστήριο των Αγωγών της Κακοδικίας (μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρός του, αντιπρόεδρος του ΣτΕ κ. Γ. Δεληγιάννης), αλλά και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με απόφασή του, ετάχθησαν υπέρ της απόψεως ότι οι στρατοδίκες είναι δικαστές.
Οι μειοψηφήσαντες άντλησαν τα επιχειρήματά τους από το Σύνταγμα αλλά και από τους νόμους (που ψηφίστηκαν πριν από τρία χρόνια) για τον εκδημοκρατισμό της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Με δυο λόγια λοιπόν οι δικαστές που μειοψήφησαν διατείνονται ότι οι στρατιωτικοί δικαστές είναι δικαστές διότι: Με νόμους που εκδόθηκαν κατ' επιταγή του Συντάγματος απολαμβάνουν προσωπική λειτουργική ανεξαρτησία, όπως και οι δικαστικοί άλλων κλάδων. Οι αποφάσεις τους αναιρούνται ενώπιον του Αρείου Πάγου. Και το σημαντικότερο: «Τα δικαστήρια αυτά ασκούν, σύμφωνα με την αποστολή τους, δικαιοδοτικό έργο σε μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού, στους υπηρετούντες στις Ενοπλες Δυνάμεις, εκδικάζοντας ευρύ φάσμα ποινικών παραβάσεων».
Στις θέσεις της μειοψηφίας καταγράφηκαν και επιμέρους διαφορές και απόψεις. Η μειοψηφία όμως είναι μειοψηφία, την απόφαση «γράφει» η πλειοψηφία. Για το τι είναι οι στρατιωτικοί δικαστές όμως ερίζουν, όπως φαίνεται, και άλλοι κλάδοι της δικαιοσύνης. Πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (2659) έκρινε ότι οι στρατοδίκες είναι δικαστές! Το δικαστήριο ασχολήθηκε με υπόθεση αγωγής αποζημίωσης και παρεμπιπτόντως απεφάνθη και για τη δικαστική ιδιότητα των μελών του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου