Μαρία Δημητρούκα:
Αν δεν έπαιρναν το μέρος μου σήμερα,όλοι οι πελάτες του Σούπερ-μάρκετ, θα ήμουνα στο αυτόφωρο για χειροδικία.
Ήταν μια κυρία πριν από μένα,είχε πάρει ελάχιστα πράγματα. Μια γυναίκα. Ένα βασανισμένο πρόσωπο με πολύ κουρασμένα χέρια.
Τα μαλλιά της χωριστρα στη μέση, κατέληγαν σ έναν μικρό γκριζόασπρο κοτσάκι, χαμηλά , στο ύψος του αυχένα.
Ευγενικό πρόσωπο.
Απροσδιόριστη ηλικία.
Έχετε προσέξει πως κάποιες γυναίκες( μπορεί να συμβαίνει και με τους άνρες, αλλά εγώ παρατηρώ πάντα τις γυναίκες), δεν έχουν ηλικία;;;Ανάλογα με την ζωή που σέρνουν πίσω τους..Την κούραση. Τον ιδρώτα. Τα ξενύχτια πάνω απ΄τα παιδιά, στα χωράφια, στη φάμπρικα. Τις υπολογιζεις εξηντάρες και, μα δεν είναι πάνω από σαραντα..
Μα κεί που στάθηκα, ήταν τα χέρια της. Οχι η παλάμη, μα η ράχη..Καφέ σημάδια, ριτίδες βαθειές, νεύρα τεντωμένα.
Τα χέρια της μάνας μου, σκέφτηκα.. Έτσι ήταν. Πάντα κουρασμένα με ρόζους..Αλλά αχ!! πως χάιδευαν!!!!!
Ο λογαριασμός ήταν 17 ευρώ και 80 λεπτά.
Ήταν ακριβώς μπροστά μου..Μέτρησε , ξαναμέτρησε τα ρημάδια μέσα απ΄όνα μικρό μαύρο πορτοφολάκι, απ΄αυτά που κλείνουν με φερμουάρ..Απ ότι πήρε το μάτι μου, ήταν γύρω στα 12... Τα χέρια της, γεμάτα θλίψη, άρχισαν να ξανακοιτάνε ένα ένα αυτά που είχε πάρει. " Θ αφήσω μερικά" ψέλλισε κι η ντροπή λές και της άσπρισε ξαφνικά όλα τα μαλλιά..Και κεί ήταν τα δύσκολα: άφηνε στην άκρη , τα ξανάπαιρνε.. Σκεφτόταν τις ανάγκες ..Πώς ν αποφασίσεις;;;΄Το δικό μου χέρι μετρούσε μές τη τσέπη..Είχα τέσσερα. Τα ψώνια μου ήταν λίγα σταφύλια. Έ, δεν πειράζει αν δεν φάω σταφύλια..Κάνω νόημα στν ταμία, δεν κατάλαβε τίποτα..Η γυναίκα με τα χέρια της μάνας μου, άφηνε, ξαναπαιρνε..Οπότε ακούγεται από πίσω, πέμπτος ή έκτος στη σειρά, ένας υπάνθρωπος:¨" Τι θα γίνει κυρά μου, θα αποφασίσεις;; Ξημερώσαμε"!
Πότε βρέθηκα πίσω, πότε βρέθηκα μπροστά του, πότε του τίναξα στον αέρα το καλάθι με τιις μπύρες, πότε του κατέβασα τη κοτσίδα ως το πάτωμα, πότε έφαγε στ αχαμνά την γονατιά μου, ούτε που το κατάλαβα..
Η γυναίκα έκλαιγε. Εκείνος τα΄χασε για λιγο αλλά πέρασε σε λεκτική αντεπίθεση: " πάρτε το 100" φώναζε στην ταμία και μάζευε μάρτυρες: " Την είδατε ε;;"
Οχι. Κανείς δεν με είχε δεί..
Άφησα τα σταφύλια, πλήρωσα ένα μπουκάλι μπύρα που είχα σπάσει, μαζέψαμε οι υπόλοιποι για τον λογαρισμο της γυναίκας που είχε τα χέρια της μάνας μου κι όλα καλά.
Υ.Γ. 1. Το καλάθι του κάφρου είχε δέκα μπουκάλια μπύρες, πατατάκια και ηλιόσπορους. Προφανώς για την ολυμπιάδα..
Υ.Γ.2. Κάτι μ΄αρεσε πολύ. Πάρα πολύ. Απ΄τους 15 ανθρώπους που ήταν εκείνη τη στιγμή εκεί μέσα, ΚΑΝΕΙΣ δεν είχε δεί τίποτα...
Δεν ξέρω αν έπραξα σωστά ή λάθος. Εκείνο που ξέρω, είναι, ο τι νοιώθω πολύ καλά!
Γειά μας!
Αν δεν έπαιρναν το μέρος μου σήμερα,όλοι οι πελάτες του Σούπερ-μάρκετ, θα ήμουνα στο αυτόφωρο για χειροδικία.
Ήταν μια κυρία πριν από μένα,είχε πάρει ελάχιστα πράγματα. Μια γυναίκα. Ένα βασανισμένο πρόσωπο με πολύ κουρασμένα χέρια.
Τα μαλλιά της χωριστρα στη μέση, κατέληγαν σ έναν μικρό γκριζόασπρο κοτσάκι, χαμηλά , στο ύψος του αυχένα.
Ευγενικό πρόσωπο.
Απροσδιόριστη ηλικία.
Έχετε προσέξει πως κάποιες γυναίκες( μπορεί να συμβαίνει και με τους άνρες, αλλά εγώ παρατηρώ πάντα τις γυναίκες), δεν έχουν ηλικία;;;Ανάλογα με την ζωή που σέρνουν πίσω τους..Την κούραση. Τον ιδρώτα. Τα ξενύχτια πάνω απ΄τα παιδιά, στα χωράφια, στη φάμπρικα. Τις υπολογιζεις εξηντάρες και, μα δεν είναι πάνω από σαραντα..
Μα κεί που στάθηκα, ήταν τα χέρια της. Οχι η παλάμη, μα η ράχη..Καφέ σημάδια, ριτίδες βαθειές, νεύρα τεντωμένα.
Τα χέρια της μάνας μου, σκέφτηκα.. Έτσι ήταν. Πάντα κουρασμένα με ρόζους..Αλλά αχ!! πως χάιδευαν!!!!!
Ο λογαριασμός ήταν 17 ευρώ και 80 λεπτά.
Ήταν ακριβώς μπροστά μου..Μέτρησε , ξαναμέτρησε τα ρημάδια μέσα απ΄όνα μικρό μαύρο πορτοφολάκι, απ΄αυτά που κλείνουν με φερμουάρ..Απ ότι πήρε το μάτι μου, ήταν γύρω στα 12... Τα χέρια της, γεμάτα θλίψη, άρχισαν να ξανακοιτάνε ένα ένα αυτά που είχε πάρει. " Θ αφήσω μερικά" ψέλλισε κι η ντροπή λές και της άσπρισε ξαφνικά όλα τα μαλλιά..Και κεί ήταν τα δύσκολα: άφηνε στην άκρη , τα ξανάπαιρνε.. Σκεφτόταν τις ανάγκες ..Πώς ν αποφασίσεις;;;΄Το δικό μου χέρι μετρούσε μές τη τσέπη..Είχα τέσσερα. Τα ψώνια μου ήταν λίγα σταφύλια. Έ, δεν πειράζει αν δεν φάω σταφύλια..Κάνω νόημα στν ταμία, δεν κατάλαβε τίποτα..Η γυναίκα με τα χέρια της μάνας μου, άφηνε, ξαναπαιρνε..Οπότε ακούγεται από πίσω, πέμπτος ή έκτος στη σειρά, ένας υπάνθρωπος:¨" Τι θα γίνει κυρά μου, θα αποφασίσεις;; Ξημερώσαμε"!
Πότε βρέθηκα πίσω, πότε βρέθηκα μπροστά του, πότε του τίναξα στον αέρα το καλάθι με τιις μπύρες, πότε του κατέβασα τη κοτσίδα ως το πάτωμα, πότε έφαγε στ αχαμνά την γονατιά μου, ούτε που το κατάλαβα..
Η γυναίκα έκλαιγε. Εκείνος τα΄χασε για λιγο αλλά πέρασε σε λεκτική αντεπίθεση: " πάρτε το 100" φώναζε στην ταμία και μάζευε μάρτυρες: " Την είδατε ε;;"
Οχι. Κανείς δεν με είχε δεί..
Άφησα τα σταφύλια, πλήρωσα ένα μπουκάλι μπύρα που είχα σπάσει, μαζέψαμε οι υπόλοιποι για τον λογαρισμο της γυναίκας που είχε τα χέρια της μάνας μου κι όλα καλά.
Υ.Γ. 1. Το καλάθι του κάφρου είχε δέκα μπουκάλια μπύρες, πατατάκια και ηλιόσπορους. Προφανώς για την ολυμπιάδα..
Υ.Γ.2. Κάτι μ΄αρεσε πολύ. Πάρα πολύ. Απ΄τους 15 ανθρώπους που ήταν εκείνη τη στιγμή εκεί μέσα, ΚΑΝΕΙΣ δεν είχε δεί τίποτα...
Δεν ξέρω αν έπραξα σωστά ή λάθος. Εκείνο που ξέρω, είναι, ο τι νοιώθω πολύ καλά!
Γειά μας!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου